Η Σοφία Φρειδερίκη Αυγούστα γεννήθηκε στην πόλη Στέττιν της Πομερανίας (σήμερα Στσέτσιν της Πολωνίας) το 1729. Πατέρας της ήταν ο Χριστιανός Αύγουστος του Άνχαλτ-Τσερμπστ που ανήκε στον ηγεμονεύοντα οίκο του Άνχαλτ, στρατηγός της Πρωσίας και κυβερνήτης του Στέττιν. Η μητέρα της Ιωάννα Ελισάβετ του Χόλσταϊν-Γκόττορπ ήταν κόρη του Χριστιανού Αυγούστου του Οϊτίν και θεία του Πέτρου Γ΄ της Ρωσίας. Η εκπαίδευση της Σοφίας ήταν αρκετά καλή, με Γαλλίδα παιδαγωγό και οικιακούς διδασκάλους.
Γάμος με τον Πέτρο Γ΄
Η Αικατερίνη Β΄ το 1782.
Το 1744, σε ηλικία 15 χρονών, προσκλήθηκε από την Ελισάβετ της Ρωσίας στην Αγία Πετρούπολη με σκοπό να παντρευτεί τον διάδοχο του ρωσικού θρόνου Πέτρο Φιοντόροβιτς. Η επιλογή της Σοφίας ως υποψήφιας νύφης του διαδόχου ήταν αποτέλεσμα των διπλωματικών ενεργειών του Φρειδερίκου Β΄ της Πρωσίας.[1].Το 1744 η Σοφία φτάνει στη Ρωσία και ξεκινά την εκμάθηση της ρωσικής γλώσσας με τέτοιο ζήλο που τα βράδια μένει ξύπνια για να διαβάζει τα μαθήματά της. Ενσωματώνεται σχετικά γρήγορα στην κοινωνία της ρωσικής αριστοκρατίας. Στις 28 Ιουνίου 1744 βαπτίζεται Χριστιανή Ορθόδοξη και της δίνεται το όνομα Αικατερίνη Αλεξέγιεβνα, παρόλο που ο πατέρας της, φανατικός Λουθηρανός, αντιτάσσεται σθεναρά στην απόφασή της να αλλάξει δόγμα. Στις 21 Αυγούστου παντρεύεται τον Μεγάλο Δούκα Πέτρο Φιοντόροβιτς. Ο γάμος της σταδιακά αποδείχτηκε ανεπιτυχής, αφού ο Πέτρος ασχολούταν μόνο με το κυνήγι και παραμελούσε τη σύζυγό του. Το χάσμα ανάμεσά τους ήταν τόσο μεγάλο που επί 9 χρόνια δεν είχαν σεξουαλικές σχέσεις. Για εννιά χρόνια η Αικατερίνη ήταν υποχρεωμένη να παραμένει κλεισμένη στα ανάκτορα ενώ δεν της επιτρεπόταν η αλληλογραφία με τους συγγενείς της. Αναγκάστηκε λοιπόν, προκειμένου να βρει μια συντροφιά, να καταφύγει στην ανάγνωση βιβλίων. Ιδιαίτερα επηρεάστηκε από τον Βολταίρο και τις ιδέες του περί του Διαφωτισμού. Το 1754 η Αικατερίνη έμεινε έγκυος και γέννησε έναν γιο, τον Παύλο. Βέβαια οι φήμες οργίαζαν σχετικά με την πατρότητα του παιδιού αφού κανείς δεν πίστευε ότι πατέρας του παιδιού ήταν ο Πέτρος.
Με τον καιρό η Πριγκίπισσα Αικατερίνη άρχισε να δικτυώνεται στο παλάτι και να συνάπτει φιλικές σχέσεις με αυλικούς και υπουργούς όπως ο καγκελάριος Αλεξέι Μπεστούζεφ-Ρυούμιν. Μαζί με τον Καγκελάριο οργάνωσαν αυλική συνωμοσία, η οποία απέτυχε το 1758 και είχε ως αποτέλεσμα να χάσει τη θέση του ο Καγκελάριος Μπεστούζεφ-Ρυούμιν ενώ η Αικατερίνη μόλις που κατάφερε να γλιτώσει τη δυσμένεια.
Η άνοδος στο θρόνο
Μετά τον θάνατο της Αυτοκράτειρας Ελισάβετ στις 5 Ιανουαρίου του 1762 τη διαδέχτηκε ο ανεψιός της Πέτρος Γ΄. Η Αικατερίνη είχε οργανώσει γύρω της έναν κύκλο αυλικών και στρατιωτικών που ήταν έτοιμοι να την υποστηρίξουν σε οποιαδήποτε κίνησή της. Σημαντικό ρόλο στην επίτευξη του στόχου της, δηλαδή στην άνοδο της στο θρόνο, διαδραμάτισε ο εραστής της, αξιωματικός του ιππικού, Γκριγκόρυ Ορλώφ, αλλά και οι λανθασμένες κινήσεις του Πέτρου Γ΄, ο οποίος δεν δίστασε να παραιτηθεί από τις κατακτήσεις που είχε πετύχει σε βάρος της Πρωσίας στον Επταετή πόλεμο, να ασπαστεί τον Λουθηρανισμό και να δεχτεί Πρώσους αξιωματούχους στο ρωσικό στρατό. Οι κινήσεις αυτές επέδρασαν καταλυτικά στην άνοδο της Αικατερίνης στον θρόνο αφού μια μεγάλη μερίδα αριστοκρατών και στρατιωτικών δυσαρεστημένοι από τον Πέτρο Γ΄ προσχώρησαν στο κίνημα της Αικατερίνης.
Στις 28 Ιουνίου 1762 με τη βοήθεια της φρουράς ανέβηκε στον θρόνο και φυλάκισε τον άντρα της, τον Πέτρο Γ΄. Λίγες μέρες αργότερα ο Πέτρος Γ΄ δολοφονείται με στραγγαλισμό κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες στην Κροστάνδη και εκείνη ανακηρύσσεται Αικατερίνη Β', Αυτοκράτειρα πασών των Ρωσιών.
Η Ρωσία την εποχή της Αικατερίνης Β΄
Η Αικατερίνη Β΄ στα απομνημονεύματα της αναφέρει:
"Όταν ανέλαβα την εξουσία, η Ρωσική Αυτοκρατορία βρισκόταν σε δεινή οικονομική κατάσταση λόγω Επταετούς Πολέμου. Τα οικονομικά αποθέματα είχαν εξαντληθεί. Ο στρατός δεν πληρωνόταν επί 3 μήνες. Το εμπόριο ήταν σε παρακμή, καθώς πολλοί κλάδοι του έγιναν μονοπωλιακοί. Ο στρατός είχε βυθιστεί στα χρέη."
Υπάρχουν όμως ιστορικοί που αμφισβητούν την κατάσταση αυτή υποστηρίζοντας πως ακόμα και μετά τον Επταετή πόλεμο η Αυτοκρατορία βρισκόταν σε καλή οικονομική κατάσταση και το έλλειμμα ήταν μόλις 1 εκατομμύριο ρούβλια ή 8% από το σύνολο εσόδων. Υποστηρίζουν πως η ίδια η αυτοκράτειρα συνέβαλε στη δημιουργία αυτού του ελλείμματος, ξοδεύοντας τα χρήματα από το δημόσιο ταμείο για δώρα στους υποστηρικτές του κινήματος της που ανέτρεψε τον Πέτρο Γ΄.
Έβαλε στόχο να αντιμετωπίσει τα προβλήματα της Αυτοκρατορίας, αναφέροντας ότι: Πρέπει να εκπαιδεύσει το έθνος, το οποίο θα κυβερνά.
Πρέπει να επιβάλει τη δημόσια τάξη, να υποστηρίξει την κοινωνία και να της επιβάλλει να τηρούνται οι νόμοι.
Πρέπει να συμβάλει στην άνθηση του κράτους.
Πρέπει να ιδρύσει την αστυνομία.
Είναι απαραίτητο να καταστήσει το κράτος δυνατό ώστε να εμπνέει το σεβασμό των γειτόνων.
Η εσωτερική πολιτική της δεν διέφερε και πολύ από αυτή των προκατόχων της. Στη μέση της βασιλείας της πραγματοποίησε διοικητική μεταρρύθμιση, την εδαφική διαίρεση της χώρας, και τη μεταρρύθμιση του δικαστικού συστήματος. Το έδαφος του ρωσικού κράτους αυξήθηκε σημαντικά με την προσθήκη της νότιων εδαφών - της Κριμαίας, της Μαύρης Θάλασσας και του ανατολικού τμήματος της Πολωνό-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας. Ο πληθυσμός αυξήθηκε από 23,2 εκατομμύρια (1763) σε 37.400.000 (1796) κατοίκους. Έτσι η Ρωσία έγινε η μεγαλύτερη χώρα στην Ευρώπη (αντιπροσώπευε το 20% του ευρωπαϊκού πληθυσμού). Η Αικατερίνη Β΄, καθιέρωσε 29 νέες επαρχίες και είχε δημιουργήσει περίπου 144 νέες πόλεις.
Η αύξηση του πληθυσμού ήταν σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της ενσωμάτωσης στη Ρωσική Αυτοκρατορία άλλων πολιτειών (με πληθυσμό περίπου 7 εκατομμύρια άτομα), κατά κανόνα χωρίς την επιθυμία του τοπικού πληθυσμού, κάτι που οδήγησε στην εμφάνιση τριών ζητημάτων, του "πολωνικού", "ουκρανικού" και του "εβραϊκού".
Η ρωσική οικονομία συνέχισε να παραμένει αγροτική. Συνολικά, στο τέλος του 18ου αιώνα υπήρχαν 1.200 μεγάλες επιχειρήσεις (το 1767 υπήρχαν μόνο 663). Σημαντικά αυξήθηκε η εξαγωγή των ρωσικών προϊόντων σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, από τα νέα λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας. Ωστόσο, στη δομή των εξαγωγών δεν υπήρχαν αρκετά έτοιμα προϊόντα, πρώτες ύλες και ημι-κατεργασμένα προϊόντα. Ενώ στη Δύση το β΄ μισό του 18ου αιώνα ξεκινούσε η βιομηχανική επανάσταση, η ρωσική οικονομία παράμενε σε μεγάλο βαθμό αγροτική. Τέλος, το 1770-1780 ξέσπασε οξεία κοινωνική κρίση, με επακόλουθη την οικονομική κρίση.
Η εξωτερική πολιτική της Αικατερίνης Β΄
Η εξωτερική πολιτική της Αικατερίνης Β΄ είχε ως στόχο την ενίσχυση του ρόλου της Ρωσίας στον κόσμο και την επέκταση της επικράτειάς της. Το σύνθημα της διπλωματίας της ήταν το εξής: «θα πρέπει να είμαστε φίλοι με όλες τις δυνάμεις, για να διατηρήσουμε πάντοτε τη δυνατότητα να σταθούμε στο πλευρό του ασθενέστερου...να αφήσουμε ανοιχτά τα χέρια...και να μην σερνόμαστε από την ουρά κανενός». Ωστόσο, αυτό το σύνθημα παραμελήθηκε πολλές φόρες.
Επέκταση των συνόρων της Ρωσικής Αυτοκρατορίας
Νέα εδαφική επέκταση αρχίζει με την Αικατερίνη Β΄. Μετά το πρώτο Ρώσο-τουρκικό πόλεμο το 1774, η Ρωσία αποκτά σημαντικά εδάφη στις εκβολές του ποταμού Δνείπερου, Ντον και στα στενά του Κερτς. Το 1783, ενώνει την Μπάλτα, Κριμαία και την Κουμπάν. Ο δεύτερος Ρώσο-τουρκικός πόλεμος τερματίζεται με την απόκτηση της παράκτιας λωρίδας μεταξύ του Μπουγκ και του Δνείστερου (1792). Με όλες αυτές τις κατακτήσεις, η Ρωσία έχει πλέον σταθερή πρόσβαση στη Μαύρη Θάλασσα. Την ίδια στιγμή, οι Πολωνοί παραχωρούν στη Ρωσία τα δυτικά της εδάφη. Έτσι το 1773 η Ρωσία αποκτά ένα μέρος της Λευκορωσίας, το δεύτερο διαμέρισμα της Πολωνίας (1793), τις επαρχίες της Λιθουανίας. Το 1795 αποκτά το Δουκάτο της Κουρλάνδης.
Οι σχέσεις με τη Γεωργία- Συνθήκη του Γεωργίου
Η Αικατερίνη Β΄ της Ρωσίας στο Λεξικό Βαρίνου, 1779, Βενετία.
Επί της βασιλείας του Ηρακλή Β΄ το ενωμένο Βασίλειο της Γεωργίας και το Καχέτι (1762-1798) ενισχύθηκε και αύξησε την επιρροής του στον Καύκασο. Ο κίνδυνος όμως εισβολής και κατάληψης της Γεωργίας είναι ορατός. Για το λόγο αυτό ο Βασιλιάς της Γεωργίας, ο Ηρακλής Β΄, ζητά από τη Ρωσική Αυτοκρατορία την προστασία από την Περσία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η Αικατερίνη Β΄, που βρισκόταν σε πόλεμο με την Υψηλή Πύλη, από τη μία πλευρά, ενδιαφέρθηκε για το σύμμαχο, όμως ήταν απρόθυμη να στείλει πολλά στρατεύματα στη Γεωργία. Τελικά τα έτη 1769-1772 ένα μικρο τμήμα ρωσικού στρατού υπό τη διοίκηση του στρατηγού Τοτλεμπέν πολέμησαν εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στο πλευρό της Γεωργίας. Το 1783, η Ρωσική Αυτοκρατορία και η Γεωργία υπέγραψαν τη συνθήκη για την ίδρυση του Ρωσικού προτεκτοράτου στο Βασίλειο της Γεωργίας και του Καχέτι με αντάλλαγμα τη στρατιωτική προστασία.
Ένα από τα φιλόδοξα σχέδια της Αικατερίνης Β΄ στην εξωτερική πολιτική ήταν το λεγόμενο Ελληνικό Σχέδιο, τα κοινά σχέδια της Ρωσίας και της Αυστρίας για το διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την εκδίωξη των Οθωμανών από την Ευρώπη, την αναβίωση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και η διακήρυξη του εγγονού της Αικατερίνης Β΄ ως αυτοκράτορα, του Μεγάλου Δούκα Κωνσταντίνου Πάβλοβιτς. Σύμφωνα με ένα από τα σενάρια του σχεδίου, στις περιοχές της Βεσσαραβίας, της Μολδαβίας και της Βλαχίας δημιουργείται το κράτος Ντάκια (η αρχαία Δακία), και το δυτικό τμήμα της Βαλκανικής Χερσονήσου παραχωρείται στην Αυστρία. Το Ελληνικό σχέδιο, το σχέδιο αναδημιουργίας του Ελληνικού κράτους παρουσιάστηκε μετά από το Ανατολικό Ζήτημα και τα Ορλωφικά. Το σχέδιο αναπτύχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1780, αλλά δεν υλοποιήθηκε λόγω των αντιφάσεων μεταξύ των συμμάχων και την ανακατάληψη των μεγάλων Οθωμανικών εδαφών από την ίδια τη Ρωσία χωρίς τη βοήθεια των συμμάχων της.
Η ιδέα αναδημιουργίας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας πάνω στα ερείπια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έγειρε όμως σοβαρές ανησυχίες κάποιων ξένων δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, η οποία έχει συνάψει Γάλλο-οθωμανική συμμαχία, και της Αγγλίας, που φοβόταν παραβίαση της «ισορροπίας των δυνάμεων» στην Ευρώπη και την καθιέρωση της ρωσικής ηγεμονίας στην Ανατολική Μεσόγειο. Τα χριστιανικά κράτη της Δυτικής Ευρώπης, που υποστήριζαν την ύπαρξη της μεγαλύτερης ισλαμικής δύναμης, καταπίεζαν τους Χριστιανούς στα Βαλκάνια, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί το ονομαζόμενο «Ανατολικό Ζήτημα». Μετά την ανασύσταση του ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους το "Ελληνικό σχέδιο" πήρε τη μορφή της "Μεγάλης ιδέας".
Πορτραίτο της Αυτοκράτειρας (1794).
Προσωπική ζωή και θάνατος
Η Αικατερίνη Β΄ ήταν μελαχρινή, μέσου ύψους. Συνδύασε την υψηλή νοημοσύνη, την εκπαίδευση και την πολιτική ικανότητα. Είχε πολλούς εραστές, των οποίων ο αριθμός έφθανε στα 23 άτομα. Οι πιο διάσημοι από αυτούς ήταν ο Σεργκέι Σάλτυκοφ, ο Γκριγκόρυ Ορλόφ, ο υπολοχαγός Βασίλτσικοφ και ο Γκριγκόρυ Ποτέμκιν με τον οποίον σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες, παντρεύτηκε κρυφά.
Τέκνα: Παύλος Α΄ (1754-1801), Αυτοκράτορας της Ρωσίας, παντρεύτηκε 1) τη Βιλελμίνη Λουίζα της Έσσης-Ντάρμσταντ (Ναταλία Αλεξέγιεβνα) και 2) τη Σοφία Δωροθέα της Βυρτεμβέργης (Μαρία Φεοντόροβνα), με την οποία απέκτησε δέκα παιδιά.
Επίσης, φημολογούμενα παιδιά της Αικατερίνης ήταν: Άννα Πετρόβνα (1757-1759), πιθανώς από το μελλοντικό Βασιλιά της Πολωνίας, Στανισλάβ Πονιατόφσκι. Αλεξέι Γκριγκόριεβιτς Μπομπρίνσκυ (1762-1813), με τον Γκριγκόρυ Ορλόφ, παντρεύτηκε τη Βαρόνη Άννα Ντοροθέα φον Ούνγκερν-Στερνμπεργκ, απέκτησε απογόνους.
Ελιζαβέτα Γκριγκόριεβνα Τέμκινα (1775-1854), ανατράφηκε από την οικογένεια Σαμοϊλοφ, δεν αναγνωρίστηκε ποτέ από την Αικατερίνη, θεωρείται ότι ήταν κόρη του Γκριγκόρυ Ποτέμκιν.
Η Αικατερίνη πέθανε στις (6) 17 Νοεμβρίου 1796 από εγκεφαλική αιμορραγία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου