Η Χριστίνα Τσίγκου (Κάιρο, 1920 - Σπέτσες, 1973), το γένος Μαυροΐδη, ήταν Ελληνίδα ηθοποιός και σκηνοθέτιδα του θεάτρου, που δραστηριοποιήθηκε κυρίως στη Γαλλία. Υπήρξε σπουδαία μορφή όχι μόνο του θεάτρου, «αλλά γενικότερα του πνευματικού χώρου». Ωστόσο, η Τσίγκου παρέμεινε σχετικά άγνωστη, ιδίως στην Ελλάδα, αναγνωρισμένη κυρίως από τους πρωτοποριακούς κύκλους και τους κύκλους των ειδημόνων στη Γαλλία και στην Ελλάδα, καθόσον -μεταξύ άλλων- δεν είχε συνεχή και σταθερή παρουσία στα θεατρικά δρώμενα.
Βιογραφία
Τα πρώτα χρόνια
Η Τσίγκου γεννήθηκε στο Κάιρο της Αιγύπτου το 1920, σε μια πλούσια ελληνική οικογένεια. Τη συνέδεε συγγενική σχέση με το ζωγράφο Γιώργο Μαυροΐδη, που υπήρξε καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών, ενώ η αδελφή της Ελπίδα, ήταν σύζυγος του λογοτέχνη Θράσου Καστανάκη.[5] Τελείωσε γαλλικό σχολείο «εσώκλειστη» στο Παρίσι, όπου την είχε στείλει η οικογένειά της, και στη συνέχεια σπούδασε θέατρο με το Σαρλ Ντυλέν (Charles Dullin), στη σχολή του οποίου φοίτησαν πολλοί και πολλές επιφανείς ηθοποιοί της γαλλικής σκηνής. Εκεί, τη βρήκε η γερμανική κατοχή. Ως σπουδάστρια ακόμα, έλαβε μέρος στην πρεμιέρα του έργου του Ζαν-Πωλ Σαρτρ Οι μύγες (1943). Το 1944 πήγε στην Ελλάδα. Έπαιξε στο ανέβασμα του Ψυχοσάββατου του Ξενόπουλου με το Γιώργο Βιτσώρη και το 1946 συμμετείχε σε θεατρική τουρνέ για τους Έλληνες εργάτες της Γαλλίας και του Βελγίου.
Η απόκτηση του Gaité Montparnasse
Το 1949, μαζί με το σύζυγό της, το ζωγράφο Θανάση (Θάνο) Τσίγκο (1914-1965), απόκτησαν το παρισινό θέατρο Gaité Montparnasse, το οποίο λειτούργησε ως φυτώριο πρωτοποριακών παραστάσεων. Το ζεύγος Τσίγκου, προκειμένου να διευθύνει το θέατρο, συνεργάστηκε με το σκηνοθέτη και ηθοποιό Ροζέ Μπλεν (Roger Blin, 1907-1984), οποίος εμφανιζόταν τυπικά ως διαχειριστής-διευθυντής, καθόσον η Τσίγκου και ο σύζυγός της, ως μη Γάλλοι, δεν είχαν δικαίωμα να υπογράψουν τα σχετικά χαρτιά που απαιτούσε ο νόμος. Ο Μπλεν, παράλληλα, ήλπιζε να χρησιμοποιεί την αίθουσα και για δικές του θεατρικές παραγωγές, πράγμα που έγινε.
Το Gaité Montparnasse λειτούργησε για μερικά χρόνια, μέχρι τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1950, με την Τσίγκου ως διευθύντρια, ενίοτε να σκηνοθετεί ή να ερμηνεύει, και το Θάνο Τσίγκο να συνεισφέρει καλλιτεχνικά στον τομέα των σκηνικών και των κοστουμιών, αλλά και στην οικονομική διαχείριση, ανεβάζοντας -μεταξύ άλλων- έργα των Γκέοργκ Μπύχνερ, Ζαν Κοκτώ, Τζωρτζ Μπέρναρντ Σω, αλλά και των Μιραμπώ, Ουγκώ κ.ά. H Τσίγκου, μάλιστα, υπήρξε από τους πρώτους ανθρώπους του διέκριναν το ταλέντο του νεαρού Ζαν-Πωλ Μπελμοντό την άνοιξη του 1954. Από τις εμφανίσεις της Τσίγκου ως ηθοποιού, λέγεται ότι εκείνη στη Σονάτα των φαντασμάτων του Στρίντμπεργκ, σε σκηνοθεσία του Μπλεν, όπου ερμήνευσε το ρόλο της Μούμιας, υπήρξε καταπληκτική.
Υπήρξε στενή φίλη του Σάμιουελ Μπέκετ και έπαιξε τη Νέλ στην παγκόσμια πρώτη για "Το τέλος του παιχνιδιού", τον Απρίλιο του 1957, στο Royal Court Theatre του Λονδίνου. Ο ίδιος ο Μπέκετ είχε κρατήσει τον ρόλο του Χαμ. Σκηνοθέτης ήταν ο Ροζέ Μπλεν.
Οι παραγωγές του Θεάτρου της Τσίγκου είχαν καλλιτεχνική επιτυχία, όχι όμως και οικονομική. Συσσωρεύτηκαν πολλά χρέη, και ο Θάνος και η Χριστίνα Τσίγκου αδυνατούσαν να πληρώσουν τις υποχρεώσεις τους. Η επιχειρηματική περιπέτεια της Τσίγκου με το Gaité Montparnasse είχε ως (οικονομικό) αποτέλεσμα να εξανεμιστεί η μεγάλη οικογενειακή περιουσία που είχε κληρονομήσει. Ο Σαρτρ, εκθειάζοντας τη δουλειά της, της είχε γράψει: «Ανεβάσατε έργα δύσκολα και ωραία που το κοινό αγνοούσε. Επιπλέον είστε αυτό που θα έπρεπε να είναι ο κάθε διευθυντής: ηθοποιός και συγχρόνως σκηνοθέτης […] Πιστέψτε, αγαπητή Χριστίνα, σε όλη μου την εκτίμηση και όλη μου τη φιλία». Το 1953 ο γάμος της Τσίγκου είχε λάβει τέλος κα ι στη συνέχεια εκείνη συνδέθηκε με πολύχρονη σχέση με το Γάλλο νεοελληνιστή Γκυ (Μισέλ) Σωνιέ. Πεθανε το 1973 και κηδεύτηκε στο Νεκροταφείο του Ζωγράφου.

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου