Η Κριστίν Τσάμπακ (Christine Chubbuck) (24 Αυγούστου 1944 - 15 Ιουλίου 1974) ήταν Αμερικανή δημοσιογράφος που αυτοκτόνησε κατά τη διάρκεια ζωντανής τηλεοπτικής μετάδοσης. Η Τσάμπακ είχε σχεδιάσει την αυτοκτονία της και μάλιστα είχε γράψει και την είδηση του τραυματισμού που διάβασαν αργότερα οι συνάδελφοί της. Σύμφωνα με μαρτυρίες παρουσίαζε συμπτώματα κατάθλιψης που μάλλον σχετίζονταν στην μοναχική ζωή της.
Σπουδές και σταδιοδρομία στα μέσα ενημέρωσης
Γεννήθηκε στο Χάντσον του
Οχάιο και παρακολούθησε το σχολείο θηλέων Laurel στο Σέικερ Χάιτς, προάστειο το
Κλίβελαντ. Κατά τη φοίτησή της στο Laurel είχε ιδρύσει μικρή λέσχη με τον ειρωνικό τίτλο "Dateless Wonder Club" ("Λέσχη θαυμάτων για όσους δεν βγαίνουν ραντεβού"). Σπούδασε αργότερα, για ένα έτος, στο Πανεπιστήμιο Μαϊάμι στο Όξφορντ του Οχάιο με ειδίκευση στις θεατρικές τέχνες και, μετά, στο Κολέγιο Έντικοτ στο Μπέβερλι της
Μασαχουσέτης πριν πάρει τελικά πτυχίο σε θέματα μέσων ενημέρωσης στο
Πανεπιστήμιο της Βοστώνης το 1965.
Εργάστηκε για τον σταθμό WVIZ στο Κλίβελαντ για ένα χρόνο το 1966-1967 και παρακολούθησε θερινό εργαστήριο για το
ραδιόφωνο και την τηλεόραση στο
Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης το 1967. Την επόμενη χρονιά, το 1968, η Τσάμπακ εργάστηκε για μερικούς μήνες για δημόσιους τηλεοπτικούς σταθμούς στο
Πίτσμπουργκ και το Κάντον του Οχάιο, πριν συνεχίσει εργαζόμενη για τέσσερα χρόνια σαν χειρίστρια ηλεκτρονικών υπολογιστών σε νοσοκομείο και άλλα δύο χρόνια σε εταιρεία καλωδιακής τηλεόρασης στη
Σαρασότα της
Φλόριντας. Αμέσως πριν ενταχεί στον WXLT-TV (που σήμερα ονομάζεται WWSB), εργάστηκε στο τμήμα ειδήσεων για την οδική κυκλοφορία του WTOG στο
Σεν Πίτερσμπέργκ της Φλόριντας.
Αρκετά χρόνια πριν από το θάνατό της, η Τσάμπακ είχε μετακομίσει στο εξοχικό της οικογένειας στο Σιέστα Κι της Φλόριντας. Η Washington Post ανέφερε αργότερα ότι το ζωγραφισμένο δωμάτιό της και το κρεβάτι με ουρανό που είχε έμοιαζε με μιας νεαρής έφηβης. Μετά το διαζύγιο των γονιών της, η μητέρα της Πεγκ και ο νεότερος αδελφός Γκρεγκ ήρθαν να ζήσουν στο σπίτι της στη Φλόριντα και, όταν έφυγε ο Γκρεγκ, μετακόμισε σε αυτό ο μεγαλύτερος αδελφός της, Τίμοθι. Είχε στενή σχέση με την οικογένειά της, περιγράφοντας τη μητέρα της και τον Γκρεγκ σαν τους στενότερους φίλους της. Ακόμη, η Τσάμπακ έδινε εθελοντικά στο νοσοκομείο Sarasota Memorial παραστάσεις κουκλοθέατρου για παιδιά με νοητική υστέρηση ενώ περιστασιακά ενσωμάτωνε τις χειροποίητες κούκλες μέσα στην εκπομπή που είχε στον WXLT-TV.
Στον WXLT-TV
Ο ιδιοκτήτης του WXLT-TV, Μπομπ Νέλσον, είχε προσλάβει την Τσάμπακ σαν ρεπόρτερ, αλλά αργότερα της έδωσε εκπομπή για θέματα τοπικού ενδιαφέροντος, το Suncoast Digest, που παιζόταν στις 9 το πρωί. Μιλώντας σε τοπική εφημερίδα ο διευθυντής παραγωγής, Γκόρντον Έικερ, έλεγε για την εκπομπή ότι θα αφορά ανθρώπους και γεγονότα της περιοχής. «Για παράδειγμα, θα εστιάσει σε οργανώσεις που ασχολούνται με αλκολικούς, ναρκομανείς και άλλα 'χαμένα' τμήματα της κοινωνίας». Στην σελίδα 5 του άρθρου πόζαρε χαμογελαστή η Τσάμπακ δίπλα σε μια κάμερα ABC.
Η Τσάμπακ πήρε τη θέση στα σοβαρά, καλώντας τους τοπικούς αξιωματούχους, δηλαδή από την περιοχή Σαρασότα-Μπράντεντον, για να συζητήσουν θέματα που παρουσιάζαν ενδιαφέρον για την κοινότητα που αυξάνονταν σε πληθυσμό. Μετά το θάνατό της η εφημερίδα Sarasota Herald-Tribune ανέφερε ότι η δημοσιογράφος είχε προταθεί για ένα βραβείο σχετικό με τα δάση από το τοπικό παράρτημα της Διεύθυνσης Δασών της Φλόριντας. Θεωρούταν μάλιστα ισχυρός διεκδικητής από τον δασάρχη της περιοχής Μάικ Κιλ. Ο Κιλ είχε προγραμματιστεί να εμφανιστεί στην εκπομπή της Τσάμπακ το πρωί της αυτοκτονίας της, αλλά ακύρωσε την εμφάνιση λόγω της γέννησης του γιου του.
Η κατάθλιψη
Η Τσάμπακ μίλησε για την οικογένειά της για το αγώνα της με την
κατάθλιψη και τάσεις
αυτοκτονίας, αν και δεν τους ενημερώσε εκ των προτέρων για την πρόθεσή της να βάλει τέλος στη ζωή της. Το 1970 είχε προσπαθήσει να αυτοκτονήσει με υπερβολική δόση φαρμάκων, περιστατικό στο οποίο αναφέρονταν συχνά. Ακόμη επισκεπτόταν ψυχίατρο μέχρι και αρκετές εβδομάδες πριν το θάνατό της, αλλά η μητέρα της επέλεξε να μην πει στη διεύθυνση του σταθμού για τις τάσεις αυτοκτονίας της Τσάμπακ, επειδή φοβόταν ότι θα την απολύσουν.
Το ότι η Τσάμπακ εστίαζε στην έλλειψη ερωτικών σχέσεων που είχε θεωρείται ότι ήταν η κινητήρια δύναμη για την κατάθλιψή της: η μητέρα της είπε αργότερα ότι αυτοκτόνησε γιατί η προσωπική ζωή της «δεν είναι αρκετή». Παραπονιόταν μάλιστα στους συναδέλφους ότι πλησιάζουν τα 30α της γενέθλια και ήταν ακόμη
παρθένα και ότι δεν είχε βγει ποτέ περισσότερα από δύο ραντεβού με έναν άντρα. Ο αδελφός της Γκρεκ αργότερα έλεγε ότι η Τσάμπακ αρκετές φορές είχε βγει με άνδρα, πριν μετακομίσει στην Σαρασότα, αλλά συμφώνησε ότι είχε πρόβλημα κοινωνικής ενσωμάτωσης όσο ζούσε στη Φλόριντα. Πίστευε δε ότι η συνεχής αυτοϋποτίμηση της αδελφής του για το ότι δεν έβγαινε ραντεβού συνέβαλε στην κατάθλιψη.
Η Τσάμπακ ήταν ερωτευμένη με τον συνάδελφό της Τζορτζ Πίτερ Ράιαν χωρίς όμως ανταπόκριση από την πλευρά του. Του είχε φτιάξει ένα κέικ για τα γενέθλιά του και επιδίωκε την ερωτική προσοχή του, μόνο και μόνο για να μάθει ότι αυτός είχε ήδη σχέση με την δημοσιογράφο του αθλητικού Άντρεα Κίρμπι. Στην Κίρμπι, που ήταν από τους συναδέλφους της η πιο κοντινή στην Τσάμπακ, της προσφέρθηκε μια θέση εργασίας στη
Βαλτιμόρη, κάτι που έφερε περισσότερη κατάθλιψη στην Τσάμπακ.
Η έλλειψη σχέσης θεωρήθηκε σχετική με την απελπισμένη ανάγκη της να έχει στενούς φίλους, αν και στους συναδέλφους τους που της έκαναν φιλικά ανοίγματα έτεινε να είναι απότομη και έπαιρνε αμυντική στάση. Υποτιμούσε συνεχώς τον εαυτό της και τον επέκρινε, απορρίπτοντας κάθε κομπλιμέντο.
Επιπλέον από την Τσάμπακ είχε αφαιρεθεί το περασμένο έτος η δεξιά
ωοθήκη και οι γιατροί της είχαν πει ότι, αν δεν μείνει έγκυος μέσα σε δύο-τρία χρόνια, ήταν απίθανο ότι θα μπορούσε ποτέ να συλλάβει.
Η αυτοκτονία
Τρεις εβδομάδες πριν από το θάνατό της η Τσάμπακ είχε ρωτήσει τον διευθυντή ειδήσεων του σταθμού αν θα μπορούσε να κάνει ένα κομμάτι στις ειδήσεις για τις αυτοκτονίες. Αφού εγκρίθηκε το θέμα, επισκέφτηκε τον τοπικό σερίφη για να συζητήσει με ένα αξιωματικό μεθόδους αυτοκτονίας. Στη συνέντευξη ένας αξιωματικός της είπε ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους ήταν να χρησιμοποιήσει κανένας ένα 38άρι
περίστροφο και να πυροβολήσει στο πίσω μέρος του κεφαλιού και όχι στον
κρόταφο. Μια εβδομάδα πριν από την αυτοκτονία της είπε στον Ρομπ Σμιθ, αρχισυντάκτη του νυχτερινού δελτίου, ότι είχε αγοράσει ένα όπλο και αστειεύτηκε ότι θα αυτοκτονούσε στον αέρα. Ο Σμιθ είπε αργότερα στην Washington Post ότι την είχε επικρίνει για το σχόλιο.
Στις 12 Ιουλίου, καβγάδισε με τον σκηνοθέτη των ειδήσεων Μάικ Σίμονς που έκοψε ένα από τα θέματά της για να καλύψει αντ'αυτού ένα περιστατικό με πυροβολισμούς. Ο Ρόμπερτ Νέλσον, ο ιδιοκτήτης του σταθμού, είχε προσπαθήσει να πείσει το προσωπικό να επικεντρωθεί στo «αίμα και τα έντερα» («blood and guts»).
Το πρωί της 15ης Ιουλίου 1974, η Τσάμπακ υποστήριξε ότι έπρεπε να ανοίξει το πρόγραμμα διαβάζοντας τις ειδήσεις, πράγμα που μπέρδεψε τους συναδέλφους της γιατί δεν το είχε κάνει πριν. Όσο ήταν στη θέση του εκφωνητή των ειδήσεων μέσα στο στούντιο περίμενε ο καλεσμένος της εκπομπής της. Στα πρώτο οκτώ λεπτά κάλυψε τρεις ειδήσεις εθνικού ενδιαφέροντος και στη συνέχεια ένα περιστατικό πυροβολισμών σε τοπικό εστιατόριο, το Beef and Bottle, που είχε συμβεί την προηγούμενη ημέρα.
Ωστόσο η ταινία με το ρεπορτάζ από το εστιατόριο μπλόκαρε και δεν μπορούσε να παίξει. Η Τσάμπακ προσπέρασε το πρόβλημα και είπε προς την κάμερα: «Σύμφωνα με την πολιτική του καναλιού 40 να σας φέρνει τα τελευταία, ζωντανά νέα από "αίμα και έντερα", θα δείτε άλλη μια πρωτιά--μια απόπειρα αυτοκτονίας». Τράβηξε το περίστροφο και αυτοπυροβολήθηκε πίσω από το δεξί αυτί. Έπεσε απότομα προς τα εμπρός ενώ ο τεχνικός διευθυντής αμέσως έριξε μαύρο στην οθόνη. Η οπερατέρ Τζιν Ριντ, η οποία ήταν παρούσα, θυμόταν αργότερα πως σκέφτηκε ότι όλο αυτό ήταν μια περίτεχνη φάρσα και δεν αντιλήφτηκε ότι η Τσάμπακ είχε πράγματι αυτοπυροβοληθεί μέχρι που είδε τις συσπάσεις του σώματός της.
Ο σταθμός μετέδωσε μετά μια κάρτα με ανακοίνωση και στη συνέχεια μια ταινία. Ορισμένοι τηλεθεατές κάλεσαν την αστυνομία και άλλοι τον σταθμό για να ρωτήσoυν αν οι πυροβολισμοί ήταν στημένοι.
Μετά τους πυροβολισμούς ο διευθυντής ειδήσεων Μάικ Σίμονς βρήκε ότι τα χαρτιά από τα οποία η Τσάμπακ διάβαζε τις ειδήσεις περιείχαν ένα πλήρες σενάριο του προγράμματος της, συμπεριλαμβανομένων όχι μόνο των πυροβολισμών, αλλά και μια αναφορά για την ίδια (γραμμένη σε τρίτο πρόσωπο) για όποιον δημοσιογράφο αναλάμβανε μετά την ίδια. «Είχε γράψει κάτι σαν: "H Κριστίν Τσάμπακ από τις ειδήσεις του TV 40 αυτοπυροβολήθηκε σε μια ζωντανή εκπομπή σήμερα το πρωί κατά τη διάρκεια του τοκ σόου του καναλιού. Μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Sarasota Memorial όπου παραμένει σε κρίσιμη κατάσταση».
Η Τσάμπακ όντως μεταφέρθηκε στο Sarasota Memorial σε κρίσιμη κατάσταση, όπως είχε προβλέψει, και πέθανε 14 ώρες αργότερα. Μόλις έγινε γνωστό, ένας δημοσιογράφος του WXLT μετέδωσε τις πληροφορίες σε άλλους σταθμούς, σύμφωνα με το σενάριο της Τσάμπακ.
Μετά την αυτοκτονία
Η σορός της Τσάμπακ
αποτεφρώθηκε. Η νεκρώσιμη ακολουθία πραγματοποιήθηκε στην παραλία και η τέφρα της σκορπίστηκε στον
Κόλπο του Μεξικού. Περίπου 120 άτομα παρακολούθησαν την τελετή, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων των τοπικών αρχών που είχαν εμφανιστεί στην εκπομπή της.Παίχτηκαν και τρία τραγούδια από τον αγαπημένη τραγουδίστρια της Τσάμπακ, την
Ρομπέρτα Φλακ.
Η οικογένεια της Τσάμπακ κέρδισε ασφαλιστικά μέτρα κατά του WXLT για να αποτρέψει την δημοσίευση της ταινίας με την σκηνή της αυτοκτονίας. Το τοπικό τμήμα του σερίφη καταγράφει την ταινία στα αντικείμενα που κατασχέθηκαν ως αποδεικτικά στοιχεία και αργότερα παρέδωσε στην οικογένεια Christine μαζί με τα υπάρχοντά της.
Η αυτοκτονία έγινε πηγή έμπνευσης για τον Πάντι Τσαγέφσκι για την βραβευμένη ταινία για την τηλεοπτική βιομηχανία, το Δίκτυο (Network, 1976).
Ο αδελφός της Τσάμπακ, ο Γκρέγκ μίλησε για πρώτη φορά για την αυτοκτονία της Κριστίν μόλις το 2007 σε ντοκιμαντέρ του E ! Entertainment Television.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου