Η Ιρένα Ρενάτα Άντερς (πολωνικά: Irena Renata Anders) (12 Μαΐου 1920 – 29 Νοεμβρίου 2010), με όνομα γέννησης Ιρίνα Ρενάτα Γιαροσιέβιτς (Iryna Renata Jarosiewicz), ήταν Ουκρανή-Πολωνή ηθοποιός και τραγουδίστρια. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου εμφανίστηκε με τον θίασο του Χένρικ Βαρς και αργότερα με το συγκρότημα Polska Parada (Πολωνική Παρέλαση), διασκεδάζοντας τις Πολωνικές Ένοπλες Δυνάμεις στη Δύση (υπό τη διοίκηση του Στρατηγού Βουαντίσουαφ Άντερς, του μελλοντικού συζύγου της). Ήταν μια από τις πρώτες τραγουδίστριες που ερμήνευσαν τον ύμνο Czerwone maki na Monte Cassino (Οι Κόκκινες Παπαρούνες στο Μόντε Κασίνο).
Γεννήθηκε ως Ιρίνα Γιαροσέβιτς (Iryna Yarosevych) σε μια ουκρανική οικογένεια στο Μπρουντάλ της Τσεχοσλοβακίας (σημερινή Τσεχία), όπου ο πατέρας της, Μίκολα Γιαροσέβιτς, ήταν ιερέας για Ελληνοκαθολικούς στρατιώτες. Η μητέρα της, Ολένα Γιαροσέβιτς (το γένος Νιζάνκιβσκα), καταγόταν από μια ουκρανική οικογένεια που είχε θεατρικούς καλλιτέχνες και μουσικούς ως μέλη της. Ήταν αδερφή του συνθέτη Οστάπ Νιζανκίβσκι και του τραγουδιστή της όπερας, Ολεξάντρ Νιζανκίβσκι. Λίγο μετά τη γέννησή της, η οικογένειά της μετανάστευσε προς τα ανατολικά σε αυτό που ονομαζόταν τότε Λαϊκή Δημοκρατία της Ουκρανίας και ο πατέρας της έγινε ιερέας των Ουκρανών Τυφεκιοφόρων και αργότερα ιερέας στα χωριά Σαποχίβ και Μπριν, τα οποία σύντομα έγιναν μέρος της Πολωνίας. Το 1926 η οικογένεια μετακόμισε στο Λβουφ (σήμερα Λβιβ), όπου η Ιρίνα πήγε σε ένα ελληνοκαθολικό γυμνάσιο και μια ουκρανική εμπορική σχολή. Από το 1929 έως το 1939 σπούδασε επίσης στο Μουσικό Ινστιτούτο του Λβιβ, στην τάξη fortepiano του ξαδέλφου της, Νέστορ Νιζανκίβσκι και αργότερα στην τάξη φωνητικής της Μαρίγια Σόκιλ και της Λίντια Ουλουκάνοβα.
Χρησιμοποίησε το καλλιτεχνικό όνομα Ρενάτα Μπογκνάνσκα (Renata Bogdańska). Μετά το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, μετανάστευσε στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Πρωταγωνίστησε σε πολλές ταινίες. Το 2003 γυρίστηκε μια ταινία ντοκιμαντέρ για αυτήν. Στις 12 Μαΐου 2007, ο Πολωνός πρόεδρος, Λεχ Κατσίνσκι απένειμε στην Άντερς τον Σταυρό του Διοικητή του Τάγματος της Αναγέννησης της Πολωνίας, «για την εξαιρετική συμβολή στην ανεξαρτησία της Πολωνικής Δημοκρατίας, για την πολωνική κοινότητα και τις κοινωνικές δραστηριότητες».
Πέθανε στις 29 Νοεμβρίου 2010 από καρδιακή προσβολή, σε ηλικία 90 ετών, στο Λονδίνο.
Οικογένεια
Γονείς της ήταν ο Έλληνοκαθολικός ιερέας Μικόλα Γιαροσέβιτς (1873–1957) και η σύζυγός του, Ολένα Γιαροσέβιτς (το γένος Νιζανκίβσκα, 1878–1957). Ο πατέρας της πριν από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ρωσοφιλικές απόψεις, για τις οποίες, μετά το ξέσπασμα του πολέμου, η αυστριακή κυβέρνηση τον έστειλε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Τάλερχοφ. Μετά τον πόλεμο έγινε Ουκρανόφιλος. Από την πλευρά της μητέρας της καταγόταν από οικογένεια Ουκρανών ευγενών με πατριωτικές και μουσικές παραδόσεις. Τα αδέρφια της μητέρας της ήταν ο Ουκρανός συνθέτης, τραγουδιστής και πολιτικός Οστάπ Νιζανκίβσκι (1863–1919) και ο Ουκρανός συνθέτης και τραγουδιστής της όπερας, Ολεξάντρ Νιζανκίβσκι. Ξαδέρφια της ήταν ο Ουκρανός συνθέτης και πιανίστας Νέστορ Νιζανκίβσκι και ο Ουκρανός συνθέτης και συγγραφέας μουσικής Ομέλιαν Νιζανκίβσκι (1863–1919). Στα νιάτα της συμμετείχε στην Ουκρανική Οργάνωση Προσκόπων, όπως και ο αδελφός της Ανατόλ (1909–1982), ο οποίος ήταν στην ίδια ομάδα με τον Ρομάν Σουχέβιτς.[12] Ο αδελφός της Στέπαν (1923–1944) σκοτώθηκε στον Ουκρανικό Επαναστατικό Στρατό.[13] Το 1948 παντρεύτηκε τον παρασημοφορημένο Πολωνό στρατηγό και ήρωα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, Βουαντίσουαφ Άντερς. Μαζί απέκτησαν μια κόρη, την Άννα Μάρια Άντερς (γενν. το 1950).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου