Μάργκαρετ Λούκας Κάβεντις «τρελλό-Μαρτζ» 1623-15/12/1653
Ήταν αγγλίδα αριστοκράτης, φιλόσοφος, ποιητής, επιστήμονας, μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος, θεατρικός συγγραφέας ρομαντικών ιστοριών κατά τον 17ο αι. Γεννήθηκε ως Μάργκαρετ Λούκας, ήταν η νεώτερη αδερφή των εξέχοντων αυλικών του Στέμματος, Sir John Lucas και Sir Charles Lucas, που ανήκε στο αρχοντικό του Abbey του Αγίου Ιωάννη στο Κόλτσεστερ. Έγινε αυλικός της βασίλισσας Henrietta Maria και ταξίδεψε μαζί της στην εξορία στη Γαλλία, ζώντας για λίγο στην αυλή του νεαρού βασιλιά Louis XIV. Έγινε η 2η σύζυγος του William Cavendish, 1ου δούκα του Newcastle-upon-Tyne το 1645, όταν ήτανε μαρκήσιος.
Δημοσίευσε με το όνομά της σε μια εποχή που οι περισσότερες γυναίκες συγγραφείς δημοσίευσαν ανώνυμα. Η συγγραφή της απευθύνθηκε σε διάφορα θέματα, όπως το φύλο, η εξουσία, οι τρόποι, η επιστημονική μέθοδος κι η φιλοσοφία. Ο ουτοπικός της ρομαντισμός, Ο φλεγόμενος κόσμος, είναι ένα από τα 1α παραδείγματα επιστημονικής φαντασίας. Είναι μοναδική στο να έχει δημοσιεύσει εκτενώς φυσική φιλοσοφία και πρώιμες σύγχρονες επιστήμες. Έχει δημοσιεύσει πάνω από 15 πρωτότυπα έργα. Το σύνολο των αναθεωρημένων έργων της που δημοσιεύθηκαν υπολογίζεται πως είναι 21.
Παινεύτηκε κι επικρίθηκε ως μοναδική και πρωτοποριακή συγγραφέας. Απορρίπτει τον Αριστοτελισμό και τη μηχανική φιλοσοφία του 17ου αι., προτιμώντας αντ’ αυτού ένα μοντέλο ζωτικής σημασίας. Ήταν η 1η γυναίκα που συμμετείχε σε μια συνάντηση στη Βασιλική Εταιρεία του Λονδίνου το 1667 κι επικρίνει κι ασχολείται με τα μέλη και τους φιλόσοφους Thomas Hobbes, René Descartes και Robert Boyle. Έχει καταγραφεί ως 1η συνήγορος των ζώων κι αντίπαλος των δοκιμών σε ζώα.
Δημοσίευσε το αυτοβιογραφικό της μνημόσυνο Μια πραγματική σχέση της γεννήσεως, της αναπαραγωγής και της ζωής μου ως προσθήκη στη συλλογή της Φύσεις εικόνες που σχεδιάστηκαν από το φανταστικό μολύβι στη ζωή, το 1656. Την έγραψε στα 33, θέμα συζήτησης για λογοτέχνες. Ένας κριτικός πιστεύει ότι η αυτοβιογραφία της ήτανε τρόπος για να εδραιωθεί η αξιοπιστία, καθώς και να οικοδομηθεί μια εμπορεύσιμη εικόνα. Έγραψε την αυτοβιογραφία της για ν’ ανταγωνιστεί με ό, τι λένε οι άνθρωποι γι' αυτήν κατά τη διάρκεια της ζωής της. Τα απομνημονεύματα αφορούσαν τη γενεαλογία, τη κοινωνική θέση, τη τύχη, την ανατροφή, την εκπαίδευση και τον γάμο της. Στ’ απομνημονεύματα περιγράφει επίσης τα χόμπι και τα οφέλη της και προσφέρει περιγραφή της δικής της προσωπικότητας και φιλοδοξίας, συμπεριλαμβανομένων των σκέψεων για την ακραία φαντασία, τη στοχαστική φύση και τη γραφή.
Μοιράστηκε επίσης τις απόψεις της σχετικά με το φύλο (κατάλληλη συμπεριφορά και δραστηριότητα), τη πολιτική (βουλευτές εναντίον των αυλικών) και τη τάξη (σωστή συμπεριφορά των υπηρετριών). Το έργο της είναι σημαντικό για διάφορους λόγους. Ένας είναι ότι ορίζει μια πρώιμη και πολύ συναρπαστική εκδοχή του νατουραλισμού που βρίσκεται στη σημερινή φιλοσοφία και την επιστήμη. Προσφέρει επίσης αξιόλογες γνώσεις με τις πρόσφατες συζητήσεις σχετικά με τη φύση και τα χαρακτηριστικά της νοημοσύνης και το ζήτημα του κατά πόσο τα όργανα που μας περιβάλλουν είναι έξυπνα ή έχουν ευφυή αιτία. Ένας άλλος λόγος που το έργο της είναι σημαντικό είναι ότι αναμιγνύει μερικές από τις κεντρικές απόψεις κι επιχειρήματα που συνηθέστερα συνδέονται με στοιχεία από τους Thomas Hobbes και David Hume. Προσφέρει επίσης νέες και συναρπαστικές απαντήσεις σε ερωτήσεις που είναι κεντρικές στις συζητήσεις του 15ου αι. π.Χ., για το αν η αντίληψη των αισθήσεων είναι μέσω εντυπώσεων, για το αν τα ανθρώπινα όντα είναι ελεύθερα σε μια ελευθεριακή ή συμβατική κατάσταση, για το αν υπάρχει κάποια αληθινή διαταραχή στον φυσικό κόσμο, για τα όρια της γνώσης και τα όρια των ιδεών και της γλώσσας, και για το πώς μεταφέρεται η κίνηση μεταξύ των σωμάτων. Επιπλέον, αναλαμβάνει σημαντικές συζητήσεις για τη κοινωνική και πολιτική φιλοσοφία, με επίκεντρο τα ζητήματα της υπηρεσίας και της εξουσίας και συγκεκριμένα τη σχέση μεταξύ της επιθυμίας ενός ατόμου να ζήσει μια ζωή με την οποία αναγνωρίζει, τη δεκτικότητα και τη κάλυψη που επιθυμεί συναντά σ’ ένα κόσμο έξω και πέρα από το νου. Τέλος, παραμένει στις συζητήσεις στο έργο των σύγχρονων φιλοσόφων σχετικά με το αν η ικανότητά μας να κατανοήσουμε πώς η ύλη σκέφτεται είναι συναφής με το ερώτημα αν σκέφτεται.
Η Μαργαρίτα Λούκας γεννήθηκε το 1623 στο Colchester του Essex. Δεν έλαβε επίσημη εκπαίδευση σε κλάδους όπως μαθηματικά, ιστορία, φιλοσοφία και τις οι κλασικές γλώσσες, αλλά είχε πρόσβαση σ’ επιστημονικές βιβλιοθήκες κι ήταν άπληστη αναγνώστρια. Άρχισε να βάζει τις δικές της ιδέες στο χαρτί σε πολύ νεαρή ηλικία και παρόλο που θεωρήθηκε ασυνήθιστο κείνη την εποχή για μια γυναίκα να ‘ναι δημόσια διανοούμενη, ήτανε σε θέση να συνομιλεί σε υψηλό επίπεδο κι ιδιωτικά με τον αδελφό της Τζον. Αυτό είναι αξιοσημείωτο επειδή αυτός ήταν ήδη καθιερωμένος μελετητής: φοιτητής του δικαίου, της φιλοσοφίας και της φυσικής επιστήμης, μιλούσε άπταιστα εβραϊκά, λατινικά κι ελληνικά και τελικά θα γίνει ιδρυτικό μέλος της Βασιλικής Εταιρείας (Whitaker 2002, 11 -12). Το 1643, αναζητώντας ζωή πιο ανεξάρτητη, ζήτησε να γίνει κυρία επί των τιμών στην Αυλή της βασίλισσας Henrietta Maria. Όταν η βασίλισσα εξορίστηκε στη Γαλλία το 1644, τη συνόδευσε και λίγο αργότερα συναντήθηκε με τον William Cavendish. Παντρεύτηκαν το 1645 και θα παραμείνουν στην εξορία (αρχικά στο Παρίσι, μετά στο Ρότερνταμ, και τέλος στην Αμβέρσα) μέχρι την αποκατάσταση της κορώνας το 1660 (Battigelli 1998, 1-10).
Η δίψα της Margaret για μάθηση την οδήγησε να επιλέξει ως σύζυγο τον κατά 30 έτη μεγαλύτερο William Cavendish, Δούκα του Newcastle που είχε στενές σχέσεις με τους επιστημονικούς κύκλους. Χωρίς τυπική μόρφωση, έγραψε 14 βιβλία περί Φυσικής και Φιλοσοφίας που δημοσιεύθηκαν με δαπάνη του συζύγου της. Ήταν εκείνη που προώθησε την εκλαΐκευση της μηχανιστικής φιλοσοφίας της φύσης, που αποτελούσε το θεμέλιο λίθο της επιστημονικής επανάστασης. Οι επιθέσεις που δέχθηκε δεν ήταν τόσο για τις απόψεις της, όσο για… λογοκλοπή, αφού "καμιά κυρία δεν μπορούσε να καταλάβει τόσο δύσκολες λέξεις".
Υπάρχουν 2 λόγοι που ‘ναι σημαντικό ν’ αναφέρουμε τον γάμο των Margaret Lucas κι William Cavendish. Ο 1ος είναι ότι στα μέσα του 17ουαι., ήταν ασυνήθιστο για εκδότη να τυπώνει το φιλοσοφικό κι επιστημονικό έργο μιας γυναίκας. Η Cavendish ήταν μια αρκετά λαμπερή κι εντυπωσιακή συγγραφέας που μπόρεσε να δημοσιεύσει μέρος της δουλειάς της χωρίς βοήθεια (Whitaker 2002, 154), συμπεριλαμβανομένου του 1ου έργου της [Poems and Fancies, 1653], αλλά μερικά από τα γραπτά της δημοσιεύθηκαν με τη βοήθεια του καλά δικτυωμένου συζύγου της. Ο 2ος λόγος είναι ότι μέσω των συναντήσεων του κύκλου Cavendish που οργάνωσε στη 10ετία του 1640, αλληλεπίδρασε με άτομα όπως ο Thomas Hobbes, ο Rene Descartes, ο Marin Mersenne, ο Pierre Gassendi και Kenelm Digby (Hutton 1997a, 422-3, Whitaker 2002, 92-4, Clucas 1994, 256-64). Αλλά αυτοί οι φιλόσοφοι δεν θα έκαναν άμεση επαφή μαζί της. Δυστυχώς γι 'αυτή και για μας, δεν είχε γραπτή φιλοσοφική αλληλογραφία με κανέναν από αυτούς. Όταν δεν ανταποκρίνονταν κριτικά με την εκδοχή της, απέσπασε τις απόψεις τους με πλάγιο τρόπο σε μορφή αλληλογραφίας μεταξύ αυτής κι ενός φανταστικού 3ου προσώπου.
Στην ηλικία της, θεωρήθηκε πότε ως τρελή,παράξενη αλλά και μεγαλοφυία. Τελικά έλαβε μια πολύ επιθυμητή αναγνώριση από τους άνδρες της ηλικίας της το 1667, όταν της προσφέρθηκε μια εξαιρετικά σπάνια πρόσκληση να συμμετάσχει σε μια συνάντηση της Βασιλικής Εταιρείας, αν κι ήτανε σίγουρη ότι θεωρήθηκε ως θέαμα από πολλούς παρευρισκομένους (Whitaker 2002 , 291-306).
Η Μάργκαρετ Λούκας Κάβεντις, δούκισσα του Νιούκαστλ, ήταν η 1η γυναίκα στην ιστορία που έζησε ως επαγγελματίας συγγραφέας. Το τόλμημά της ν’ ασχοληθεί επαγγελματικά με το γράψιμο αντί να περιοριστεί στο να δημοσιεύει με ψευδώνυμο στίχους ή αισθηματικές νουβέλες, όπως συνηθιζόταν εκείνη την εποχή, προκάλεσε αρκετές αντιδράσεις και της στοίχισε το παρατσούκλι Mad Madge (η τρελλο-Ματζ). Αυτό δεν την εμπόδισε ν’ ασχοληθεί στα γραπτά της με τη φιλοσοφία, τη πολιτική και τη κοινωνία. Έγραψε:
«Φαντάζομαι, ότι θα κατηγορηθώ από το ίδιο μου το φύλο. Όσο για τους άνδρες, αυτοί θα υποδεχθούνε το βιβλίο μου με περιφρονητικά χαμόγελα, αφού θα θεωρήσουν ότι σφετερίζεται σε μεγάλο βαθμό τα προνόμιά τους. Γιατί αντιμετωπίζουν τα βιβλία σαν το στέμμα και το σπαθί σα το σκήπτρο με τα οποία κυριαρχούν και κυβερνούν».
Η Περιγραφή ενός καινούργιου κόσμου που αποκαλείται λαμπρός κόσμος που κυκλοφόρησε στην Αγγλία 32 χρόνια μετά το Somniumανήκει στη κατηγορία του ουτοπικού μυθιστορήματος. Το θέμα του είναι η ιστορία μιας νεαρής αριστοκράτισσας την οποία ερωτεύεται ένας έμπορος. Μην έχοντας ελπίδα, λόγω της ταπεινής καταγωγής του να την αποκτήσει νόμιμα, αποφασίζει να την απαγάγει. Όμως το πλοίο του παρασύρεται από την κακοκαιρία προς το Βόρειο Πόλο τη στιγμή που χάρη σε μια ...αστρονομική συγκυρία η τροχιά της Γης προσεγγίζει αυτήν ενός άλλου πλανήτη. Όλοι οι επιβαίνοντες στο πλοίο σκοτώνονται εκτός από τη κοπέλα που μεταφέρεται μ’ έναν ανεμοστρόβιλο στον άλλο πλανήτη. Ο άρχοντας του νέου αυτού κόσμου την ερωτεύεται, τη νυμφεύεται και της παραδίδει τα ηνία της εξουσίας.
Από τον τρόπο που η συγγραφέας επιλέγει για να μετακινήσει την ηρωίδα της από τη Γη στον άλλο πλανήτη, είναι φανερή η επιρροή του καρτεσιανού μοντέλου του Σύμπαντος. Ο Καρτέσιος που απέκλειε πλήρως την ύπαρξη κενού, φανταζόταν το Σύμπαν γεμάτο από μυστηριώδες κι αδιευκρίνιστο υλικό, φορέα της κίνησης που έχει χορηγηθεί άπαξ και δια παντός από το δημιουργό. Αυτή η ποσότητα της κίνησης ούτε δημιουργείται ούτε χάνεται. Απλώς μεταδίδεται από το ‘να σώμα στ’ άλλο μέσω στροβίλων. Ο κάθε πλανήτης βρίσκεται στο μέσον ενός στροβίλου που καθορίζει και τη τροχιά του. Οι διάφοροι στρόβιλοι είναι σ’ επαφή μεταξύ τους και μεταβιβάζουνε τη κίνηση ο ένας στον άλλο. Το καρτεσιανό μοντέλο αποτελεί προσπάθεια να εξηγηθούν οι πλανητικές τροχιές χωρίς να γίνει αναφορά σε δυνάμεις εξ αποστάσεως, όπως η vis motrix του Κεπλερ ή η βαρυντική δύναμη που περιγράφεται με το νόμο της παγκόσμιας έλξης του Νεύτωνα.
Μ’ ένα «καρτεσιανό» ανεμοστρόβιλο βρέθηκε λοιπόν η ηρωίδα της Κάβεντις σ’ αυτό το νέο, λαμπρό κόσμο, όπου οι άνθρωποι, ανάλογα με την ειδικότητά τους έχουνε τ’ όνομα και τη μορφή διαφόρων ζώων. Η αυτοκράτειρα συναντιέται πρώτα με τους πειραματικούς φιλοσόφους-αρκούδες και τους αστρονόμους-πουλιά, τους οποίους επιτιμά για τους καυγάδες και τις αντιπαραθέσεις τους που οφείλονται σε κακή χρήση του τηλεσκοπίου (ο υπαινιγμός για τους αντίστοιχους καβγάδες που ξέσπασαν μες στην επιστημονική κοινότητα από την εποχή που ο Γαλιλαίος έστρεψε πρώτος το τηλεσκόπιό του προς τον ουρανό είναι σαφής). Στη συνέχεια συναντά τους φυσικούς φιλοσόφους-ψάρια, σκουλήκια και μύγες, τους χημικούς-πιθήκους και τους ανατόμους-σατύρους.
Ύστερα από τις κουραστικές σοβαρές συζητήσεις που ‘χε μ’ όλους αυτούς και για ν’ αλλάξει παραστάσεις, καλεί τους μαθηματικούς-αράχνες και τους γεωμέτρες που είναι... ψείρες. Δε μένει καθόλου ευχαριστημένη απ’ τα περίπλοκα σχήματα που της παρουσιάζουν και τα οποία δεν κατανοεί παρά την ευφυία της. Τους ρωτά επίμονα αν κατάφεραν τελικά να τετραγωνίσουνε τον κύκλο. Ο τετραγωνισμός του κύκλου είναι το αγαπημένο μαθηματικό πρόβλημα των λογοτεχνών. Μεταξύ άλλων, αναφέρονται σε αυτό ο Αριστοφάνης κι ο Δάντης. Από το 500 π.Χ. περίπου οι μαθηματικοί προσπάθησαν να κατασκευάσουν ένα τετράγωνο με εμβαδόν ίσο με αυτό δοσμένου κύκλου. Ενώ μηχανικές κι υπολογιστικές λύσεις δόθηκαν αρκετά σύντομα, ο επιπρόσθετος περιορισμός να πραγματοποιηθεί η κατασκευή αποκλειστικά με τη χρήση κανόνα και διαβήτη κράτησε το πρόβλημα ανοικτό μέχρι το 1882 οπότε κι απεδείχθη ότι τέτοια λύση είναι αδύνατη.
Η βασίλισσα αναρωτιέται ακόμα αν μπόρεσαν να κατασκευάσουνε... φανταστικές γραμμές. Οι φανταστικοί αριθμοί είχαν έρθει στο προσκήνιο από το 1545 ως τετραγωνικές ρίζες αρνητικών αριθμών. Το όνομα φανταστικοί οφείλεται στον Καρτέσιο, που όπως κι οι άλλοι μαθηματικοί της εποχής, τους αποδεχόταν ως τυπικές λύσεις διαφόρων εξισώσεων, χωρίς όμως να κατορθώσει να τους προσδώσει μια φυσική οντότητα, κάτι που κατορθώθηκε μόλις στις αρχές του 19ου αιώνα. Η βασίλισσα παρατηρεί ότι τα σημεία των μαθηματικών είναι τόσο μικροσκοπικά και μηδαμινά που μοιάζουνε φανταστικά. Διαπιστώνουμε εδώ τη δυσκολία κατανόησης της έννοιας του απειροστού που αρχίζει σταδιακά ν’ αναδεικνύεται από τις προσπάθειες θεμελίωσης του διαφορικού κι ολοκληρωτικού λογισμού. Την ίδια αδυναμία κατανόησης θα συναντήσουμε αργότερα και στον Μικρομέγα του Βολταίρου.
Ωστόσο τρέφει μεγάλη εκτίμηση για τους μαθηματικούς, όχι μόνο γιατί έχουν σημαντική συνεισφορά σε πολλές τέχνες αλλά κι επειδή οι περισσότεροι είναι κι ικανότατοι... μάγοι. Γι’ αυτό άλλωστε ο χαρακτήρας τους είναι τόσο περίπλοκος και σκοτεινός. Τους ζητά να συνεχίσουνε το έργο τους που παρόλο που η ίδια δεν έχει το χρόνο να μελετήσει κατανοεί ότι είναι σημαντικό και χρήσιμο. Βλέπουμε εδώ να αναπαράγεται η παγιωμένη αντίληψη-κλισέ περί του απαραίτητου αλλά δυσνόητου κι αναγκαστικά περιθωριακού μαθηματικού, που κυριαρχεί τόσο στη σύγχρονη όσο και στη παλιότερη λογοτεχνία. Είναι ένα μοντέλο που υιοθετεί κι ο Βολταίρος, ενώ ο Σουίφτ το αναπτύσσει εκτενέστατα στο 3ο μέρος των Ταξιδιών Του Γκάλλιβερ.
Η Κάβεντις, παρά το δεδομένο ενδιαφέρον της για τις θετικές επιστήμες -τα χρονικά αναφέρουνε πολυάριθμες συζητήσεις της με πολλούς φυσικούς φιλοσόφους καθώς και μία τουλάχιστον επίσκεψή της στη Βασιλική Εταιρεία του Λονδίνου όπου ενημερώθηκε αναλυτικά για τις εξελίξεις στον επιστημονικό τομέα- παραμένει ένας εξωτερικός παράγοντας, ένα 3ο μάτι. Διαβάζοντας άλλωστε τον Λαμπρό Κόσμο διαπιστώνουμε ότι άλλα θέματα τα ‘χει μόνον επιφανειακά κατανοήσει κι άλλα τα έχει πλήρως παρανοήσει. Από αυτή την άποψη το έργο της αποτελεί μια πολύ πιο αξιόπιστη μαρτυρία για το πώς πέρασαν και τι αντιδράσεις προκάλεσαν τα επιτεύγματα της επιστημονικής επανάστασης στο ευρύ κοινό. Άλλωστε δε δείχνει να ενδιαφέρεται για την εκλαΐκευση των νέων επιστημονικών επιτευγμάτων, κάτι που φανερά επιδιώκει ο Κέπλερ. Το έργο της στοχεύει στη κοινωνική κριτική, τη σάτιρα και την ενίσχυση της κοινωνικής θέσης της γυναίκας. Παρεμπιπτόντως κι επειδή βρίσκονται στο επίκεντρο της επικαιρότητας, ασχολείται με τις θετικές επιστήμες.
Το κεντρικό δόγμα φιλοσοφίας της είναι πως όλα στο σύμπαν -συμπεριλαμβανομένων των ανθρώπινων όντων και των μυαλών τους- είναι σημαντικά. Η δέσμευσή της σε αυτό το δόγμα αντανακλάται σε όλο το σώμα της:
"Η φύση είναι υλική ή σωματική κι έτσι όλα τα πλάσματά της κι οτιδήποτε δεν είναι υλικό, δεν αποτελεί μέρος της Φύσης ούτε ανήκει στους τρόπους της Φύσης ..."
Σύμφωνα μ’ αυτήν, κανέν απ’ τα επιτεύγματα των σωμάτων δεν πρέπει ν’ ανιχνευθεί σε άυλους παράγοντες όπως ο Θεός, άυλα πεπερασμένα μυαλά ή ουσιαστικές μορφές, επειδή τα σώματα έχουνε τα μέσα για να επιφέρουν όλ’ αυτά που κάνουν, από μόνα τους. Θεωρεί επίσης ότι τα σώματα είναι πανταχού παρόντα κι ότι δεν υπάρχει κενό, επειδή οι επεκτάσεις του χώρου δεν μπορούν να είναι μηδενικές, αλλά πρέπει να είναι επεκτάσεις της ύλης. Κάθε σώμα είναι άπειρα διαιρούμενο (Cavendish 1668a, 125, 263, Cavendish 1668b, 239) κι όλα τα σώματα στη φύση, σε κάθε επίπεδο διαίρεσης, είναι ευφυή κι αντιληπτά (Cavendish 1668a, 16, 156, Cavendish 1668b, 7) . Έν από τα κίνητρά της για την αποδοχή της τελευταίας άποψης είναι ότι έτσι μόνον έχει νόημα η τάξη που συναντάμε στο φυσικό κόσμο.
Η Cavendish γνωρίζει ότι γράφει σε μια παράδοση στην οποία, προοπτική σκέψης δεν πρόκειται να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Στα μάτια πολλών από τους συγχρόνους και τους προκατόχους της, η ύλη δεν είναι μόνο ακατανόητη, αλλά κι αδρανής κι εντελώς άχρηστη.
Πέθανε Δεκέμβρη του 1673 και θάφτηκε στο Αββαείο του Γουέστμινστερ. Κατά τη διάρκεια της σύντομης ζωής της, εκπόνησε σειρά σημαντικών έργων στη φιλοσοφία. Αυτά περιλαμβάνουν τους Worlds Olio (1655), τις Φιλοσοφικές και Φυσικές Γνώμες (1656), τις Φιλοσοφικές Επιστολές (1664), τις Παρατηρήσεις από την Πειραματική Φιλοσοφία (1666), τη Περιγραφή ενός Νέου Κόσμου, (1668).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου